- Οστάνδη
- (γαλλ. Ostende, φλαμανδ. Oostende). Πόλη (68 570 κάτ.) του βορειοδυτικού Βελγίου, αξιόλογο αλιευτικό και εμπορικό λιμάνι στη Βόρεια θάλασσα, το δεύτερο της χώρας, και περίφημη λουτρόπολη. Η οικονομία της βασίζεται σε μερικές βιομηχανίες (ειδών διατροφής, χημικών προϊόντων) και στην οστρεοτροφία. Η Ο. είναι σταθμός επιβατικών πλοίων από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και από την Αμερική, ενώ αποτελεί επίσης βάση θαλάσσιων συγκοινωνιακών γραμμών μεταξύ Βελγίου και Μεγάλης Βρετανίας.
Η πόλη, που ιδρύθηκε τον 10o αι. ως μικρό χωριό ψαράδων, άρχισε vα αναπτύσσεται το 1446 με την κατασκευή νέων λιμενικών εγκαταστάσεων. Το 1583 την οχύρωσε ο Γουλιέλμος της Οράγγης και το 1604 υπήρξε το τελευταίο ολλανδικό οχυρό που παραδόθηκε στους Ισπανούς, ύστερα από μια αξιομνημόνευτη πολιορκία. Ξαναχτίστηκε, πολιορκήθηκε και μισοκαταστράφηκε από τους Γάλλους το 1745, κατά τους πολέμους της αυστριακής διαδοχής. Αφού ανοικοδομήθηκε περιήλθε στην Αυστρία με τη συνθήκη ειρήνης του Άαχεν. Από το 1794 έως το 1814 ήταν προσαρτημένη στη Γαλλία.
Η Ο. υπέστη σοβαρές ζημιές κατά τον A’ και κυρίως κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο, όταν, αφού καταλήφθηκε από τους Γερμανούς, έγινε μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές βάσεις τους. Σήμερα η πόλη έχει σύγχρονη εμφάνιση, με εκτεταμένα πάρκα, ευρείες λεωφόρους και κτίρια που ανάγονται τα περισσότερα στον περασμένο αιώνα, όπως το νεοκλασικού ρυθμού δημαρχείο και ο νεογοτθικός ναός των Αγίων Πέτρου και Παύλου.
Οστάνδη: ο γοτθικός καθεδρικός ναός. Η βελγική πόλη είναι σημαντικό αλιευτικό και εμπορικό λιμάνι και βάση θαλάσσιων γραμμών με τη Βρετανία.
Dictionary of Greek. 2013.